Κυριακή 3 Ιουνίου 2007

Εναρηφόρος



Περιφορά το λάφυρό μου στο σχολειό, στη γειτονιά το γύριζα. Παντού την έδειχνα εκείνη τη φωτογραφία την ασπρόμαυρη, εσύ γελάς στη μηχανή επάνω, ντυμένος φανταρίστικα, έτοιμος δείχνεις να πετάξεις. Απ’ όλες όσες είχαμε, αυτή είχα διαλέξει, αυτός ήσουν εσύ. Ορίστε τον, έλεγα, ορίστε τον που οδηγεί, πόσο ψηλός και όμορφος και πώς τα χέρια του γερά αδράχνουν το τιμόνι, όλοι το παραδέχονταν και όλοι με ζηλεύαν. Κι εγώ καμάρωνα. Ορίστε τον, πώς οδηγεί. Πού πήγαινες δεν ήξερα να πω, σε ρώταγα, θυμάμαι, και απέφευγες, ήταν κρυφή η αποστολή, τους έλεγα, γι’ αυτό δε μ’ απαντάει, πάντα στα δύσκολα τον στέλναν, έλεγα, γιατί ‘ναι δυνατός κι αντέχει. Γιατί ‘ναι δυνατός κι αντέχει. Και για τη μηχανή, ούτε γι αυτή μου έλεγες πολλά, σε ρώταγα, θυμάμαι, και απέφευγες και ας σε κοίταζα με μάτια απορία. Δε μ’ ένοιαζε όμως, μ’ ένοιαζε; Αρκεί που οδηγούσες. Κι όσους ρωτούσανε γιατί ποτέ ξανά στα χέρια σου τιμόνι δεν εκράτησες, έτσι τους αποστόμωνα. Το λάφυρο κραδαίνοντας. Αρκεί που οδηγούσες. Τούτη τη μνήμη λάφυρο ακόμη περιφέρω. Και ας μου το ξεφούρνισε κάποια στιγμή η μητέρα. Κάλπικο, λέει, κάλπικο το λάφυρό μου ήταν, ένα παιχνίδι στο στρατό για να περάσει η ώρα, εσύ ήσουν πάντα σοβαρός και λογικός σου πάντα, ποτέ σου δεν οδήγησες. Ποιες μυστικές αποστολές, ποια μηχανή και ποια πετάγματα.

Πίνακας: Μάκης Θεοφυλακτόπουλος, Φιγούρα Μοτοσυκλετιστή, 1980

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

"όλοι σε φωνάζαν αρχηγό
κι ήξερες μονάχα να διατάζεις
κι έτρεχα ξωπίσω σου κι εγώ
για να με κοιτάζεις"

Aντώνης είπε...

Τώρα τί τα θες... Τα όνειρα σημασία έχει ν' αντέχουν...