Οι κερασιές θ' ανθίσουν και φέτος...
Τα τύλιξε προσεκτικά και μου τα παρέδωσε. Ένα κουταλάκι ξύλινο, εκείνος το είχε φτιάξει. Μια κούπα τσίγκινη. Ένα τετράδιο παλιό, καλλιγραφημένο, με οδηγίες για σταφυλοθεραπεία, τι στο καλό τη θέλανε τη σταφυλοθεραπεία, δε ρώτησα. Μια φωτογραφία παλιά, δυο άντρες, στεγνά πρόσωπα, μάτια πυρπολημένα, μαλώσαμε, μου είπε, με το Μενέλαο, ήθελε να στήσουμε τη σκηνή χαμηλά, εγώ στο ύψωμα, χωρίσαμε τότε, του την πήρε ο χείμαρρος τη σκηνή, έβλεπα από ψηλά και γέλαγα, δε μου ξαναμίλησε ποτέ, τον πόνεσε που είχα δίκιο, δε μίλησα κι εγώ, αγύριστο κεφάλι από πάντα του. Σε μια τσάντα πλαστική τα έβαλε μόνος του, τυλιγμένα σε ένα φύλλο Ριζοσπάστη, κράτησέ τα, μου είπε σφίγγοντας τα χέρια μου, κράτησέ τα. Έφυγα. Δεν τον ξαναείδα από τότε, απέφευγα. Ούτε στην κηδεία του πήγα, με σταύρωσε η μάνα μου, δεν πήγα. Όμως, στην κηδεία του Μενέλαου πήγα. Και του το είπα του Μενέλαου. Το δέμα του Ηλία με τη φωτογραφία σας, του είπα, το ξέχασα κείνη τη μέρα, στη στάση του λεωφορείου, γύρισα πίσω αμέσως, αλλά κάποιος το είχε πάρει. Ψάξε να τον βρεις εκεί πάνω να του το πεις, εγώ ντράπηκα. Γελώντας να του το πεις, όπως γέλασε κι εκείνος με τη σκηνή σου που την πήρε το νερό. Πατσίσατε…
12 σχόλια:
Πώς κλειδώνεις βαθιά έτσι τον πόνο;
Άνθη κερασιάς στο χιόνι.
ΕΓώ τίποτα. Θα'ρχομαι, θα διαβάζω, θα κάνω ο,τι θέλω χωρίς να το βλέπεις, και τίποτα.
Αμαν,αριστουργημααα.
Δεν έχω ιδέα ποιός ή ποιά είσαι πραγματικά αγαπητό μου Τίποτα, αλλά αν έχω συναντήσει έναν συγγραφέα (στη μπλογκόσφαιρα και όχι μόνο) που ξέρει να συμπυκνώνει ολόκληρους κόσμους μέσα σε τόσες λίγες λέξεις, αυτός/-ή είσαι εσύ. Χωρίς πλάκα τώρα.
Υ.Γ. Δεν μπαίνω στον πειρασμό να αναλύσω το κείμενο γιατί θα μου έπαιρνε επιεικώς τουλάχιστον 1.500 λέξεις.
Με Μενέλαο Λουντέμη παιδί μέτραγα τ' άστρα...
@ ector p
Όλο και κάποιο κλειδί του ξεφεύγει του κλειδοκράτορα κι ανοίγουν τα πορτάκια...:)
@ maria_aduaneta
Καταλαβαίνω. Το ίδιο κάνω κι εγώ. Δε με παίρνεις πάντα είδηση σαν έρχομαι, με παίρνεις;
@ Καιρέ,
Η ζωή τα φτιάχνει έτσι. Έχει συμβεί αυτό. Δυστυχώς.
@ helix nebulae,
Τα του Καίσαρος τω Καίσαρι, είπαμε. Τους γνωρίζω τους πόντους μου, μη με ψηλώνεις παραπάνω απ΄ ό,τι χρειάζεται, γιατί φυσάει αέρας στα ψηλά και θα με παρασύρει:)
@ kyriaz,
Κι εγώ...:))
( Τώρα, όποτε το λέω, με κοιτάζουν με οίκτο, παραφορτωμένος, λέει, και φαφλατάς ο Λουντέμης, αλλά δε με νοιάζει, εγώ με τις σελίδες του πρωτοταξίδεψα.)
Όχι δε σε παίρνω....
ή μήπως σε παίρνω;
έξω και μέσα φυσάει
ψηλά και χαμηλά
με πάει
λέω να φύγω για τα ξένα
μα όλα τα ξέρω με όλα είμαι ένα
σε ένα βιβλίο θα μπαρκάρω
το θαύμα μάτι για να πάρω
@ maria_aduaneta
Δε με παίρνεις, αλλά με παίρνεις...
@ Πυθία,
Κάπως έτσι...:)
Θα κατηφορίσω προς την ακροθαλασσιά.
Θέλω να σφίξω άμμο στις παλάμες.
Φυσάει κι εγώ θα κλείνω τα μάτια, μη θολώσω, μην πονέσω.
Άνεμοι είπαμε.
Τι να σου κάνει μια χούφτα άμμος σ' ολάκερη αμμουδιά.
Άσε που βρέχει κιόλας.
(Καλύτερα ν΄ανηφορίσω προς τις μυγδαλιές. Αυτές τουλάχιστον, λουλούδισαν).
Σ' ευχαριστώ Καπετάνισσα. Μια συνταγή απλόχερα σαν όλες τις άλλες του δώματός σου με φίλεψες:)
Ήρθα. Και τώρα που να πάω;
Δημοσίευση σχολίου