Του θαλάμου 9
Θα πετάξω. Θα πετάξω, ψέλλιζε, όταν τον βρήκαμε. Αφήστε με να πετάξω. Τι να πετάξει, που ήταν χάλια. Παγωμένος ως το κόκκαλο. Εκείνος, εκεί. Και στο φορείο ακόμη, θα πετάξω και θα πετάξω. Μα τη σακούλα από το χέρι του, δεν την άφηνε. Όλο παλιόχαρτα. Ο θυρωρός, που τον βρήκε κι ειδοποίησε, είπε πως ποτέ του δεν πετούσε τίποτα. Και πως στο σπίτι του δε χωράς να μπεις, τίγκα πράγματα, όλα άχρηστα. Τα λυπόταν ο παππούς, λέει, η ζωή του ήταν, λέει. Κι όλο το αποφάσιζε να τα πετάξει, κι όλο δεν του ‘κανε καρδιά, λέει. Και χθες έτσι την πάτησε, μάλλον. Στο παζάρεμα πλάι στον κάδο. Θα πετούσε και θα πετούσε όλη νύχτα φαίνεται. Δεν υπολόγισε το χιονιά. Τη βγάζει δεν τη βγάζει. Τι να πω; Μακάρι να τη βγάλει καθαρή. Να μάθει πως επιτέλους κατάφερε να πετάξει. Τον εαυτό του.
Πίνακας: Σαράντης Καραβούζης, Σύνθεση, λάδι σε μουσαμά
Πίνακας: Σαράντης Καραβούζης, Σύνθεση, λάδι σε μουσαμά
7 σχόλια:
Μετά θα βάλω το καλό μου παλτό κι ό,τι γύρω είναι βαλτό έτσι απλά μες τα σκουπίδια θα πετώ...
Ο τρόπος που γράφεις μου προκαλεί μια "γλυκιά" κατάθλιψη...
...σ΄ευχαριστώ!
και τι ξέρει δηλαδή ο θυρωρός,
που μας βγάζει άχρηστους τους σωρούς, με τα στιβαγμένα στα χρόνια
πράγματά μας;
Οι επιθαλάμιοι ρόγχοι αυτοί έχουν μια μουσική δική σου...
Φλήναφος
ο κόσμος μας μια σακούλα με παλιόχαρτα.. αναλώσιμος μάλλον.
μία βόλτα στο χιονιά μέχρι τον κάδο..
Αφήνω εδώ το σχόλιό μου, γειτόνισσα, όμως για το "χωρίς" το δικό σου γεννήθηκε. Ασε με, ενα μικρό ουρλιαχτό θα αφήσω σα λύκος με φεγγάρι. Μετα θα φύγω να μείνεις ήσυχη με τα δικά σου. Αλλα όπως θα σβήνει, προχωρώντας, ο λυγμός σου στο τίποτα, θα θυμάμαι ένα κάτι. "Ο,τι και σε σένα"
Δεν υπήρξα μόνος ποτέ. Κανείς ποτέ δεν έμεινε μόνος. Παίρνουμε μαζί μας στους θανάτους μας όλους αυτούς που πέθαναν φωνάζοντας μαζί. Κι απ την ηχώ σου τ'αυτιά μου ανακτούν την ακοή τους.
Κανένα σχόλιο δεν μπορεί να γίνει ηχώ της κραυγής σου...
Γι' αυτό...κακώς που σου γράφω κι εγώ τώρα.
Έχεις την αγάπη μου,Τίποτα.
Δημοσίευση σχολίου