Εποίησας
Πόσο διαφορετικά μεγαλώνουμε, ε; Εσύ κι εγώ λέω. Περνά ο χρόνος και φέρνει τα πάνω κάτω. Να, για παράδειγμα, προσέχω πολύ τις κινήσεις σου. Κάτι που δεν έκανα πριν. Αντιθέτως, εσύ δεν προσέχεις καθόλου τις δικές σου. Κάτι που έκανες πριν. Ή πάντα δεν πρόσεχες, αλλά εγώ δεν πρόσεχα τι έκανες πριν; Θα σε γελάσω. Ακόμη κι αυτό, όμως, είναι ένδειξη των διαφορών μας. Μεγαλώνοντας προσέχω. Μεγαλώνοντας γίνεσαι απρόσεκτος. Μεγαλώνοντας επιζητώ την τάξη, τους κανόνες. Εσύ πάλι, μεγαλώνοντας γίνεσαι ατακτούλης. Παραδέξου το. Σου αρέσει να προκαλείς. Γράφεις τους κανόνες στα παλιά σου τα παπούτσια, προκαλείς και καλείς. Προ. Της ώρας τους. Αδιακρίτως. Αδιακρίτως, επαναλαμβάνω. Και χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα, ενώ δεν έχει χάσει τη γιαγιά. Που σημαίνει τα έχεις κάνει μπάχαλο. Συν τοις άλλοις είσαι και μέγας ζηλιάρης. Μη δεις άνθρωπο να προκόβει. Ορίστε, τι έκανα τώρα; Ένα σκουλαρίκι τόλμησα. Ένα σκουλαρικάκι, ίσα-ίσα να σπάσει τη μαυρίλα. Αφήνιασες. Και μου παίρνεις κι άλλον. Και καλά, εμάς δε μας υπολογίζεις. Εκείνη την έρμη τη Σοφία σου, πού την παράτησες; Σε ηρεμούσε αυτή. Κι ηρεμούσαμε κι εμείς μαζί της. Διότι, κύριε, όσο άφηνες τη Σοφία να κανονίζει, υπήρχε μία τάξις. Πρώτα αυτός, ύστερα αυτός και σιγά-σιγά να ετοιμάζεστε κι εσείς, έκανε η Σοφία τα κουμάντα της. Ώρα μας είναι, λέγαμε. Καλεί την κλάση μας. Και κάναμε κι εμείς τα κουμάντα μας. Έτσι. Να ξέρει ο κόσμος τι του γίνεται. Να μην του πέφτει ο ουρανός στο κεφάλι. Πρόσεξέ με, δε μαλώνουμε, ε; Χαλαρά κουβεντιάζουμε. Και γιατί να μαλώσουμε; Έχουμε τίποτα να χωρίσουμε; Τίποτα δεν έχουμε να χωρίσουμε εσύ κι εγώ. Είπαμε. Μεγαλώνουμε διαφορετικά. Κι όσο περνά ο χρόνος κι έρχονται τα πάνω κάτω συνειδητοποιώ πως τίποτα κοινό δεν είχαμε ποτέ. Εσύ πάνω, εγώ κάτω. Γιατί να μαλώσουμε; Κι ούτε που με νοιάζει για τη Σοφία σου, πια. Χαλάλι σου. Όλα. Και το σκουλαρίκι, που από ζήλεια μου άρπαξες, χαλάλι σου κι αυτό. Στο κάτω-κάτω, ας μην ξαναφορέσω σκουλαρίκι. Τα πήρα απόφαση τα μαύρα.
Πίνακας: Γιάννης Σταύρου, Γυναίκα με Τιρκουάζ Σκουλαρίκια, λάδι σε καμβά.
Πίνακας: Γιάννης Σταύρου, Γυναίκα με Τιρκουάζ Σκουλαρίκια, λάδι σε καμβά.
14 σχόλια:
Πολλές φορές η τάξη δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την αταξία. Μαζί πορεύονται, συγκρούονται, προχωρούν. Οι διαφορές που ενώνουν...
οι ήρωες είναι άνθρωποι; κάτι σε γατιά πήγε το μυαλό μου..
θα το βρώ
σχεδόν έχω συντεταγμένες, άλλο ένα αζιμούθιο ,
ολά καλά;
Τα πάντα εν σοφία εποίησες
Φλήναφος
Του μιλάς συχνά... Κι όσο δεν απαντά τόσο γίνεται απολαυστικότερο το ηχείο του μονολόγου σου...εκπεπτωκότες διάλογοι οι μονόλογοι σου.. Εξαιρετικό κείμενο τίποτα, απ τα καλύτερά σου
Φλήναφος
Το κείμενο θαυμάσιο, μα το σκουλαρίκι ας μείνει. Να αντανακλά φως, να βλέπουμε πώς πορευόμαστε.
@ κ. Φουρουκλά,
το ξέρω, νομίζετε πως δεν το ξέρω; Μα δε με παρηγορεί αυτό στην παρούσα φάση. Σας ευχαριστώ πολύ:)
@ pandiony
Άνθρωπος είναι που μουρμουρίζει. Άνθρωπος στο ρόλο του ποντικού. Νάχα ένα ραβδάκι να μεταμόρφωνα Εκείνον σε Τομ κι εμάς σε Τζέρι!
@ Φλήναφε,
Σωστά την τακτο-ταυτο-ποίησες τη Σοφία:)
Όσο για τ' άλλα,πάντα αυστηρός με τον εαυτό σου, επιεικής με τους άλλους...
Τίποτα δεν θα είναι πια το ιδιο.....
Ε.Ν.Τ.
@ εδώ είμαι, πάντα.
Κι εγω.
Παιδί ίσως;
Γιατί όχι;
Mια χαρά είναι για παιδί...
@ aerosol
Σ' ευχαριστώ. Αν έχω καταλάβει καλά την αφηγήτρια, το τελευταίο της οχυρό είναι το σκουλαρίκι. Με τον καιρό θα το ξαναφορέσει.
@ Ε.Ν.Τ,
Όχι, δε θα είναι. Λιγοστεύουμε.
@ quartier libre
@ nomad
Χαίρομαι που είστε εδώ.:)
@ spy
Και παιδί, γιατί όχι; Μας παιδεύει.
Χάδι απαλό.
Εκεί, στο δεξί μάγουλο.
Κοντά στο τυρκουάζ.
"Τα πήρα απόφαση τα μαύρα" Όχι για να πενθώ αυτούς που έφυγαν , αλλά για όσους μείναν.
Την καλησπέρα μου
Mόλις το διάβασα κι αυτό....
Τι να σου πω;
Η γραφή σου με παρασύρει...ανεπιστρεπτί!!!
Χαίρομαι τόσο πολύ...
Καλή σου μέρα
Δημοσίευση σχολίου