Του θαλάμου 5
Δεν ξέρω πώς έγινε. Εγώ να χορέψω ήθελα. Τίποτα άλλο. Να χορέψω. Και ένα και δύο και τρία και…blaunen Donau. Χόρευα πολύ, παλιά. Πολύ παλιά. Με άλλον. Τώρα έχω χρόνια να χορέψω. Με άλλον. Μόνη μου όμως, πολύ. Και ένα και δύο και τρία και blaunen Donau. Δε στο είχα πει, ε; Χορεύω και μόνη μου, ναι. Παίρνω την καρέκλα και ένα και δύο και τρία, χορεύω. Μακριά απ’ τον καθρέφτη χορεύω. Τον αποφεύγω τον καθρέφτη. Χθες, δεν ξέρω τι έγινε. Δεν πρόσεξα, μάλλον. Το παράκανα, μάλλον. Και ένα και δύο και τρία και blaunen Donau. Παρασύρθηκα. Βρέθηκα μπροστά του και με είδα. Με την καρέκλα στο χέρι. Όρμησε ο Δούναβης και με ξέβρασε στο πάτωμα, σπασμένα γυαλιά και πάνω τους εγώ, αμέτρητα γυαλιά και πάνω σε όλα εγώ, με μια καρέκλα στο χέρι. Με μια καρέκλα στο χέρι. Στα σπασμένα γυαλιά. Άρπαξα ένα, το κράτησα σφιχτά, αγαπησιάρικα το κράτησα και συνέχισα να χορεύω σχηματίζοντας και ένα και δύο και τρία τα βύματα του Δούναβη. Blaunen Donau. Στο χέρι μου.
Πίνακας: Κυριάκος Κατζουράκης, Χωρίς Τίτλο, λάδι σε κόντρα πλακέ.
Πίνακας: Κυριάκος Κατζουράκης, Χωρίς Τίτλο, λάδι σε κόντρα πλακέ.