Του θαλάμου 14
Να κάνεις παρέα με τους καλύτερούς σου, για να πας μπροστά. Έτσι έλεγες. Σ’ άκουγα κι εγώ. Τι ήξερα τότε; Σ’ άκουγα. Κι όπου καλύτερος κι εγώ από δίπλα. Και πήγα μπροστά. Όλοι το λένε. Κι όλο, είδες που στα ΄λεγα, εσύ. Είδα. Είδα και το μπροστά, δε λέω. Μα και το πίσω είδα. Μέσα μου το κουβαλάω. Χρόνια τώρα. Και με βαραίνει, να ‘ξερες πόσο με βαραίνει. Σκυμμένος πάω μπροστά. Με το χέρι απλωμένο. Να ζητιανεύω απ’ τους καλύτερους. Επαιτώ, πατέρα, επαιτώ, αντί να απαιτώ. Μετριέμαι μια ζωή και βγαίνω λειψός. Μια ζωή στη σύγκριση. Με τους καλύτερους, που λέγαμε. Κι όλο υπολείπομαι. Γιατί όλο κι εμφανίζεται κάποιος καλύτερος. Τώρα θα μου πεις, εσύ φταις; Όχι, δε φταις, να πέσει φωτιά να με κάψει, αν έχω παράπονο. Γιατί και το άλλο έλεγες. Μάθε παιδί μου γράμματα, έλεγες. Και μάλλον ξώφαλτσα το πήρα αυτό το τελευταίο. Νόμιζα πως μάθαινα γράμματα, μα δε μάθαινα. Αλλιώς δεν εξηγείται πώς έφτασα απ’ το α του απαιτώ στο ε της επαιτείας. Μεγάλο πράγμα η γνώση δε συμφωνείς; Κοιμάσαι. Μέρες πολλές τώρα, κοιμάσαι. Μα είπανε να σου κουβεντιάζω. Σου κάνει καλό κι ας κοιμάσαι, λέει. Γι’ αυτό στα λέω. Επειδή δεν ακούς. Αν μπορούσες ν' ακούσεις, άλλα θα σου 'λεγα. Να είσαι ήσυχος για το γιο σου, θα σου έλεγα. Και περήφανος που πρόκοψε. Και πως σου χρωστά χάρη που πήγε μπροστά. Με τους καλύτερους.
Πίνακας: Θεόδωρος Στάμος, Ατέρμονο Πεδίο.
7 σχόλια:
Γλυκά καταθλιπτικό, όπως πάντα...
Μου είχες λείψει...
Να του μιλάτε, ναι.
Γλυκά καταθλιπτικό, όπως πάντα..
λείπεις
Σας παρακολουθώ όλους. Να είστε καλά.
Κοιμισμένοι, στο κώμα της δικιάς μας ζωής ο καθένας, ακούμε τη φωνή σου. Κάτι ξυπνάει, σιγά σιγά.
Παρακαλώ, συνέχισε.
Επαιτώ, πατέρα, επαιτώ, αντί να απαιτώ. Μετριέμαι μια ζωή και βγαίνω λειψός. Μια ζωή στη σύγκριση...
Μονα
Δημοσίευση σχολίου